Σελίδα:Αβδηρίτης Τεύχος 3.djvu/15: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Pywikibot touch edit
 
Κατάσταση σελίδαςΚατάσταση σελίδας
-
Δεν έχει γίνει τυπογραφικός έλεγχος
+
Έχει γίνει τυπογραφικός έλεγχος
Σώμα σελίδας (προς εσωκλεισμό):Σώμα σελίδας (προς εσωκλεισμό):
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{κέντρο|{{larger|'''Ο ΑΝΘΟΠΩΛΗΣ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΜΑΪΟΥ.'''}}}}
{{κέντρο|{{larger|'''Ο ΑΝΘΟΠΩΛΗΣ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΜΑΪΟΥ.'''}}}}


{{block center|width=30em|<poem>Φαιδρὸ ἀπ' τὰ Πατήσια καὶ μ' ἄνθη φορτωμένο
{{block center|width=30em|<poem>Φαιδρὸ ἀπ’ τὰ Πατήσια καὶ μ’ ἄνθη φορτωμένο
:Ἕνα μικρὸ παιδάκι γυρνοῦσε σὰν τρελλὸ,
:Ἕνα μικρὸ παιδάκι γυρνοῦσε σὰν τρελλὸ,
Καὶ ἔσχιζε τὸ κόσμο μὲ γέλοια τὸ σκασμένο,
Καὶ ἔσχιζε τὸ κόσμο μὲ γέλοια τὸ σκασμένο,
:Κ' ἐφώναζε «Λουλούδια Μαγιάτικα πουλῶ! »
:Κ’ ἐφώναζε «Λουλούδια Μαγιάτικα πουλῶ!»
Εἰς τοῦ μικροῦ τὴν θέα γελᾶσαν ᾑ κοπέλαις,
Εἰς τοῦ μικροῦ τὴν θέα γελᾶσαν ᾑ κοπέλαις,
:Γελᾶσαν καὶ οἱ γέροι, κ' οἱ νέοι οἱ τρελλοί.
:Γελᾶσαν καὶ οἱ γέροι, κ’ οἱ νέοι οἱ τρελλοί.
Τὸ κύκλωσαν ἀμέσως ἐσθῆτες καὶ κορδέλλαις,
Τὸ κύκλωσαν ἀμέσως ἐσθῆτες καὶ κορδέλλαις,
:Καὶ ἄρχισεν ἐκεῖνο πρὸς ὅλους νὰ πουλῇ.
:Καὶ ἄρχισεν ἐκεῖνο πρὸς ὅλους νὰ πουλῇ.
Ἀπ' ἕνα κοφηνάκι ναρκίσσους πρῶτα βγάζει,
Ἀπ’ ἕνα κοφηνάκι ''ναρκίσσους'' πρῶτα βγάζει,
:Ἐγωΐσμοῦ λουλοῦδι, εἰς ὅλους μας γνωστόν.
:Ἐγωϊσμοῦ λουλοῦδι, εἰς ὅλους μας γνωστόν.
—Ποιὸς, εἶπε, μετριόφρων ναρκίσσους ἀγοράζει;
—Ποιὸς, εἶπε, μετριόφρων ναρκίσσους ἀγοράζει;
—Δὲν ἔχομεν ἀνάγκην, ἐφώναξαν, αὐτῶν....
—Δὲν ἔχομεν ἀνάγκην, ἐφώναξαν, αὐτῶν....
—Λησμόνησα, τοὺς εἶπε, λησμόνησα νὰ ζήσω,
—Λησμόνησα, τοὺς εἶπε, λησμόνησα νὰ ζήσω,
:Καὶ ἦλθα νὰ πουλήσω σὲ σᾶς ἐγωϊσμόν!
:Καὶ ἦλθα νὰ πουλήσω σὲ σᾶς ἐγωϊσμόν!
Λοιπὸν μ' αὐτὰ τὰ κρῖνα θὰ σᾶς εὐχαριστήσω,
Λοιπὸν μ’ αὐτὰ τὰ ''κρῖνα'' θὰ σᾶς εὐχαριστήσω,
:Πέντε λεπτὰ τὸ ἕνα καὶ δίχως ἐκπεσμόν.
:Πέντε λεπτὰ τὸ ἕνα καὶ δίχως ἐκπεσμόν.
Ὅποιος τ' αγοράσῃ, τιμὴ τὸν περιμένει,
Ὅποιος τ’ αγοράσῃ, τιμὴ τὸν περιμένει,
:Θὰ δοξασθῇ, θὰ γένῃ καὶ Γερουσιαστής.
:Θὰ δοξασθῇ, θὰ γένῃ καὶ Γερουσιαστής.
Δός με τα! κράζει ἕνας μὲ μύτη σηκωμένη,
Δός με τα! κράζει ἕνας μὲ μύτη σηκωμένη,
:Καὶ ἔλεγε τὸ πλῆθος «θὰ ἦναι Βουλευτής. »
:Καὶ ἔλεγε τὸ πλῆθος «θὰ ἦναι Βουλευτής.»
Ἀπὸ τὸ κοφηνάκι ἄλλα λουλούδια βγάζει.
Ἀπὸ τὸ κοφηνάκι ἄλλα λουλούδια βγάζει.
—Ἐρωτικὴ μυρσίνη, κοπέλαις μου, πουλῶ!
—Ἐρωτικὴ ''μυρσίνη'', κοπέλαις μου, πουλῶ!
:Ὤ, ἔχομεν στὰ στήθη, τοῦ εἶπαν, τί ταιριάζει,
:Ὤ, ἔχομεν στὰ στήθη, τοῦ εἶπαν, τί ταιριάζει,
:Ἀναίσθηταις μᾶς πῆρες, μικρούτσικο τρελλό;...
:Ἀναίσθηταις μᾶς πῆρες, μικρούτσικο τρελλό;....
—Οἱ ἄνδρες ἂς τὴν πάρουν, ἐφώναξε μιὰ γραῖα.
—Οἱ ἄνδρες ἂς τὴν πάρουν, ἐφώναξε μιὰ γραῖα.
:Δὲν ἔχομεν ἀνάγκην ἀπὸ αὐτὴν ἡμεῖς!
:Δὲν ἔχομεν ἀνάγκην ἀπὸ αὐτὴν ἡμεῖς!
Γραμμή 31: Γραμμή 31:
—Ἂς μένῃ, εἶπε, πλέον ἀφοῦ καὶ δὲν ἀξίζει,
—Ἂς μένῃ, εἶπε, πλέον ἀφοῦ καὶ δὲν ἀξίζει,
:Σήμερον ἡ μυρσίνη κατέστη περιττή.
:Σήμερον ἡ μυρσίνη κατέστη περιττή.
—Τὴν ἄσπρην ἀκακία ποιὰ ἄκακη ὁρίζει;
—Τὴν ἄσπρην ''ἀκακία'' ποιὰ ἄκακη ὁρίζει;
:Καμμιὰ δὲν τὴν ἀξίζει; καμμιὰ δὲν τὴν ζητεῖ
:Καμμιὰ δὲν τὴν ἀξίζει; καμμιὰ δὲν τὴν ζητεῖ;
—Ἐγὼ τὴν ἀγοράζω, μιὰ γαλανὴ φωνάζει,
—Ἐγὼ τὴν ἀγοράζω, μιὰ γαλανὴ φωνάζει,
:Κ' ἐγέλασε κ' ἡ ἴδια διὰ τὴν ἀγορά.
:Κ’ ἐγέλασε κ’ ἡ ἴδια διὰ τὴν ἀγορά.
—Τὰ συμπαθῆ μου ἴα, ποιὰ τώρα ἀγοράζει;
—Τὰ συμπαθῆ μου ἴα, ποιὰ τώρα ἀγοράζει;
:Σεμνότητα ἐμφαίνουν, κορίτσια πονηρά.</poem>}}
:Σεμνότητα ἐμφαίνουν, κορίτσια πονηρά.</poem>}}