379
επεξεργασίες
(→ΛΟΓΟΣ ΠΡΩΤΟΣ: διορθώσεις (συνέχεια)) |
(→ΛΟΓΟΣ ΠΡΩΤΟΣ: διορθώσεις) |
||
Κατά τον τοίχο στριμωμένο, σάμπως καρφωμένο,
στο πλάϊ
που ξέγινε κι από άνθρωπος, τραβώντας για να γίνη
σκέλεθρο, και μαυρόδειχνε στα κόκκαλά του απάνου
Εμένα γιος μου ο πόλεμος, κόρη μου εμένα η νίκη.
Ρωτήστε και τον Ισμαήλ, τον Αβασγό, τον Πέρση,
να σας το πει ο Σαρακηνός, κι
Κ' ένα σάλεμα σάλεψε στα ολόβαθα του
και στην καρδιά τους μια φωνή· κ' έτσ' η φωνή μιλούσε.
του
χαρά
Άγριο κι αν είναι το όραμα, καλό είναι το σημάδι.
Μπροστά σας ο αυτοκράτορας και
ίδιος,
σα χτυπημένος από οργής ουρανικής το χέρι.
Μαρμαρωμένος βασιλιάς, θαματουργός πατέρας,
άλιωτος, άγιο λείψανο, ξαναζωντανεμένος,
μήνυμα τρισευλογητό, σαν άγγελος Κυρίου. [130]
Πέστε και
και πλύντε του
χρίστε του με μυρόλαδο
γοργά να
να τρέξει εδώ με την τιμή που πρέπει,
τα περσικά κεντήματα, του Βαγδατιού τα
της Βενετιάς το μάλαμα, της Θήβας το μετάξι,
πλούσια νεκροστολίσματα, βασιλικά σουδάρια<ref>
στο δεύτερο το ξόδι του, πιο φανταχτό
Κι όσο είν’ η Πόλη σαν ποδιά σκισμένη, παλλακίδα
του Φράγκου, σκλάβα του Ιταλού, μπαίγνιο του Καταλάνου,
πάνου σε λεύτερη μια γη, σε μια εκκλησιά χυμένη
βυζαντινά, σε γη ρωμιά, φωτοπλημμυρισμένη,
σύρτε τον,
και μνήμ’ ανοίχτε διάπλατο, σφυροκοπώντας όλο
τον μπρούντζο και το σίδερο και το γρανίτη σκάφτε
και στρώστε του να κοιμηθεί ξανά και
να βρούμε τη πατρίδα μας ξανά,
το τρίτο, το
Και πέσαν, προσκυνήσανε το λείψανο, απολύσαν
μαντάτορα, το μήνυμα να πάει του Παλαιολόγου.
|
επεξεργασίες