Ο Αλιβάνιστος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Αφαίρεση προτύπου πολυτονικό
αντικατάσταση παρωχημένων html tags
 
Γραμμή 98:
- Ἔλα! θὰ ἡσυχάσης, βρὲ πειρασμέ; ἔκραξεν ὀργίλη ἡ Ἀφέντρα.
 
{{αστεράκι|type=12}}
<center>*<br />* *</center>
 
Εἰς τὸν Ἅϊ-Γιάννην, ἅμα ἐνύκτωσε, εἶχε φθάσει μὲ ὅλον τὸ ἀσκέρι του, γυναῖκα, παιδιὰ καὶ παραγυιούς του, ὁ μεγαλοβοσκὸς Γιάννης ὁ Μπαρέκος, καθὼς κι ὁ Κώστας ὁ Πηλιώτης, ἄλλος τσομπάνος μὲ τὴν φαμίλια του, κι᾿ ὁ Ἀγγελῆς ὁ Πολύχρονος, μὲ ὅλον τὸ ὄρδινό του. Εἶχαν ἀνάψει μεγάλην φωτιά, κ᾿ ἐκάθισαν εἰς τὸ ὕπαιθρον, παρὰ τὸν βόρειον τοῖχον τοῦ ναΐσκου, καὶ διηγοῦντο παλαιὰ χρονικὰ τοῦ ποιμενικοῦ κόσμου, κ᾿ ἐκύτταζαν τοὺς ἀστερισμοὺς καὶ τὴν Πούλια, πότε θὰ φθάση στὴν μέσην τ᾿ οὐρανοῦ, διὰ νὰ εἶνε μεσάνυχτα, καὶ πότε θὰ φθάση, εἰς ἐν δυτικὸν σημεῖον, διὰ νὰ φέξῃ. Κ᾿ ἐπερίμεναν τὸν παπάν, πότε νὰ ἔλθῃ, διὰ νὰ τοὺς κάμῃ Ἀνάστασιν. Ἦτον δὲ μεσάνυχτα ἤδη, καὶ ὁ παπὰς δὲν εἶχεν ἔλθη.
Γραμμή 128:
- Γνώρισα τὴ φωνή του, εἶπεν ὁ Σταμάτης. Θὰ ᾖρθε ἀπὸ τὸν ἄλλον δρόμο, ἀπ᾿ τὰ χωράφια, κ᾿ ὕστερα ἔπεσε μέσα στ᾿ ὀρμάνι, κ᾿ ἐχάθηκε.
 
{{αστεράκι|type=12}}
<center>*<br />* *</center>
 
Οἱ δυὸ βοσκοὶ κι᾿ ὁ Σταμάτης, κι᾿ ὁ Πολύχρονος, ὅστις ἔτρεξε κατόπιν των, ἀνῆλθον τὴν ὀφρὺν τοῦ βουνοῦ, καὶ ἀπήντησαν διὰ φωνῶν εἰς τὰς ἠχοῦς τὰς ὁποίας ἤκουον.
Γραμμή 150:
- Μεγάλο θάμμα! εἶπεν ὁ Μπαρέκος.
 
{{αστεράκι|type=12}}
<center>*<br />* *</center>
 
- Πῶς ἔκαμες, βλοημένε κ᾿ ἔχασες τὸν δρόμο; ἠρώτησε τὸν παπᾶν ὁ Ἀγγελῆς ὁ Πολύχρονος.
Γραμμή 176:
Ὁ Μπαρέκος, ὡς νὰ εἶχεν εἰσδύσει εἰς τὰ ἐνδόμυχα τῆς ψυχῆς του, ἔκραξε τοὺς δυὸ ἄλλους βοσκοὺς πλησίον του. Οὗτοι, ἡμιπαίζοντες, ἡμισπουδάζοντες, ἔβαλαν τὰς χεῖρας των εἰς τοὺς βραχίονας καὶ τὰς ὠμοπλάτας τοῦ Κόλια. Ἐν πομπῇ καὶ παρατάξει τὸν ἀπήγαγον, κάτω νεύοντα, ἐπιθυμοῦντα ν᾿ ἀκολουθήσῃ, καὶ τείνοντα ν᾿ ἀποσκιρτήσῃ.
 
{{αστεράκι|type=12}}
<center>*<br />* *</center>
 
Ὅταν ἔφθασαν εἰς τὸν Ἅϊ-Γιάννην, παράδοξον πρᾶγμα συνέβη. Ἡ θεία Μολώτα, καθὼς ἐκάθητο ἔξωθεν τοῦ ναοῦ, ἅμα εἶδε τὸν Κόλιαν, ἐταράχθη νευρικῶς, ἐστράφη βιαίως πρὸς τὸν τοῖχον τοῦ ναοῦ. Ἡ Ἀφέντρα, ἥτις ἦτον στὸ πλάγι της, τὴν εἶδε, καὶ ἐνόησεν ὅτι κάτι συνέβαινε·
Γραμμή 248:
- Ἔ, καλά, εἶπε· νὰ ποὺ τὸν ηὖρες τώρα, στὴν Ἀνάστασι. Ὥρα τοῦ Ἀσπασμοῦ, τῆς ἀγάπης εἶναι. Νὰ σχωρεθῇς, νὰ τὸ πῇς τοῦ παπᾶ, καὶ θὰ σ᾿ ἀφήση νὰ μεταλάβῃς.
 
{{αστεράκι|type=12}}
<center>*<br />* *</center>
 
Ἡ Μολώτα ἠκολούθησε κατὰ γράμμα τὴν συμβουλὴν τῆς Ἀφέντρας. Εἰσῆλθεν εἰς τὸν ναόν, ἠσπάσθη τὸ Εὐαγγέλιον καὶ τὴν Ἀνάστασιν, εἶτα ἐζήτησε συγχώρησιν ἀπὸ τὸν Κόλιαν.