Γράμματα (περιοδικό)/Τεύχος 2 (1911)/Λογοτεχνική κίνηση: Pierre Louys

Λογοτεχνική κίνηση: Pierre Louys
Συγγραφέας:
σελ. 62–63 από το τεύχος 2 (1911) του περιοδικού «Γράμματα». Δημοσιεύτηκε ανυπόγραφο, αποδίδεται στον Δημητρό Ζαχαριάδη, έναν εκ των ιδρυτών του περιοδικού (βλ. Μαρία Ρώτα, Το Περιοδικό Γράμματα της Αλεξάνδρειας (1911-1919), διδακτορική διατριβή (ανέκδοτη), Αθήνα 1994.)


PIERRE LOUYS

Pierre Louys ἀπὸ μιὰ μελέτη στὸν «Mercure de France» εἶναι πρῶτ’ ἀπ’ ὅλα ποιητής. Τὸ πικρὸ πρόβλημα τοῦ ἀνθρωπίνου μέλλοντος τὸν ἀπασχολεῖ ἀρκετά. Μὰ ἡ ἀρχαία σοφία μᾶς ἐσυμβούλευσε νὰ λησμονήσουμε τὸ παρελθὸν καὶ τὸ μέλλον καὶ ἔτσι κατεύνασε τὴν παγκόσμια ἀγωνία. «Ἂν σ’ ἐσένα δὲν ξεύρεις παρὰ μόνο τὸ παρόν ζῆσε τοὐλάχιστον μέσα στὸ παρόν... » Εἶναι ἡ διδασκαλεία τοῦ Λουκρήτιου. τοῦ Ἑπικούρου καὶ τοῦ Πλάτωνος, καὶ, ἀπὸ μιὰ μεριά, ἴσως, εἶναι καὶ ἡ ἠθικὴ τοῦ Νίτσε. Δὲν πρέπει νὰ ἱκανοποιοῦμε τὶς ταπεινὲς καὶ ἄμεσες χονδοοειδεῖς ὀρέξεις μας, ὀφείλουμε νὰ ζοῦμε μὲ τὸ σκοπὸ πῶς νὰ ἐξυψωθοῦμε καὶ νὰ γίνουμε κύριοι τοῦ ἑαυτοῦ μας.

Τὸ ἐφήμερο δὲν προσδίδει μιὰ ψεύτικη νότα στοὺς στίχους του. Εἶναι κάθε ἐποχῆς. Καὶ ἀπὸ τὸ ψήλωμα τοῦ πύργου ποὺ κυττάζει τὴ θάλασσα, ὁ Λέανδρος εἰμποροῦσε νὰ τοὺς πεῖ στὴν Ἡρώ, ὅπως ὁ Τρωΐλος στὴν Κρεσσίδα του, ὅπως ὁ Τριστάνος στὴν Ἰζόλντα. Εἶναι αὐτὴ ἡ ἀντίληψη τῆς ζωῆς ὅπως τὴν ἐσχημάτισε ὁ συγγραφέας ποὺ δημιούργησε τὸ ποίημα, ποὺ τὸ καθιστᾶ τόσο βαθύ, τόσο σπάνιο καὶ τόσο ἁπλό. καὶ τοῦ δίνει μιὰ καθαρὴ καὶ ζωντανὴ ζῳή. Ἀκρίβεια, φῶς, αὐτὰ εἶναι τὰ χαρακτηριστικὰ τῆς τέχνης τοῦ Pierre Louys. Ὁ ἔρωτας κι ὁ θάνατος κρατοῦνται ἀγκαλιασμένοι στὸ κατώφλι τοῦ βιβλίου του. Βασανισμένος ἀπὸ τὴν ἰδέα τοῦ ἐκμηδενισμοῦ φαίνεται σὰ νὰ θέλει νὰ σπρώξει τοὺς ἥρωές του νὰ ζήσουν, σὰ νὰ συγκεντρώνει τὴν ἐνέργειά τους καὶ τὸ πνεῦμα τους σὲ γλήγορες καὶ βίαιες πράξεις. Κι ἂν κάποτε τοὺς ἐξερεθίζει στὸ πάθος. βάζει σὲ ἀντίθεση τὸν βασιλέα τῆς Τρυφήμου, τὸ νωχελῆ κ’ ἐπιεικῆ. Μπροστὰ στὴν τελειωτικὴ σκιά, ἡ δράση καὶ ἡ ὀκνηρία ἰσορροποῦν καὶ ἀντισταθμίζουνται. Ἡ ἠθική του δὲν εἶνε ἡ ἠθικὴ τοῦ Ζαρατούστρα. Εἶναι ἡ μεγάλη ἀνθρωπιστικὴ ἠθικὴ πρὶν τὴ χαλάσει βέβαια ἡ φιλολογικὴ αἰσθαντικότητα τοῦ ρωμαντισμοῦ. Διαφεντεμένη ἀπὸ μιὰ καθαρὴ λογικὴ ἡ αἰσθαντικότητα αὐτὴ ἐνδιαφέρεται γιὰ τὴν ὀμορφιά. Θέλει νὰ φουντώσει σὲ ἁρμονία, μὰ ἔχει πάντα γιὰ πηγή της τὴν ἀνθρώπινη συγκίνηση.

Τὰ ρομάντζα του τὰ εἶπαν βιβλία σάρκας· ἐπὶ πλέον, ὅμως, εἶναι βιβλία ὅπου ἡ ἀρχικὴ ἐπιθυμία παρουσιάζεται τότε μόνο ὡραία καί ἐπαινετή, ὅταν ἐξυψώνεται ἀπὸ τὸν πόνο καὶ τὴν σκέψη ἢ ἀπὸ τὴν ἀμοιβαία ὁρμὴ τοῦ ἑνὸς πρὸς τὸ ἄλλο. Στὰ βιβλία του καμμιὰ μοιχία. Μὰ ἔρωτες ἐλεύθεροι, κορίτσια κ’ ἑταῖρες, κόκκινα καὶ ἄσπρα τριαντάφυλλα, μπουκέτο φωτολουσμένο ἀπ’ τὸ γαλάζιον οὐρανὸ μ’ ὅλη τὴ φαντασμογορία τοῦ ὕφους·