Για το νέον ενταφιασμό του Μαντζάρου

Γιὰ τὸ νέον ἐνταφιασμὸ τοῦ Μαντζάρου
Συγγραφέας:


'Στὴ Φιλαρμονικὴ Ἑταιρία.

Σειοῦνται τὰ κόκκαλα,
ποῦ 'ς ἄλλο μνῆμα
μὲ θλίψη παίρνομε
καὶ σεβασμό.
Λὲς καὶ ζωντάνεψαν·
σὰν ἕνα κῦμα
σταὶς αὔραις χύνουνε
μελῳδικό.

Δὲν ἔχει - ἀλλοίμονο! -
τοὺς ἴδιους ἤχους,
ποῦ τόσο ἐταίριαζαν
ἁρμονικὰ
μὲ τοὺς ἐλεύθερους
τοῦ Ὕμνου στίχους,
μὲ τὴ χαμένη μας
παλληκαριά.

Εἶναι παράπονο
γιὰ τὴν πατρίδα·
πλὴν φέρνει μέσα μας
ἡ θεία φωνὴ
καὶ τὴν παρήγορη
φευγάτη ἐλπίδα,
ὁποῦ μᾶς ἄφησε
μὲ κρύα ψυχή.

Ὤ ναί! περάσαμε
σκληρὸ χειμῶνα,
καί, ὡς πάλε ἀνθίζουνε
νησιά, στερειαίς,
πνεύμα γλυκύτατο,
σὲ πλούσιο ἀνθῶνα,
λαλῶντας, ἄλλαξε
καὶ ταὶς καρδιαίς.

Ἂν μὲ τὰ λούλουδα
καὶ δάφνη βγάλῃ
μία μέρα ἡ δύστυχη
θλιμμένη γῆ,
γιὰ τέτοια μάρμαρα,
ψυχὴ μεγάλη,
θἆναι τὸ πρῶτο της
ὡραῖο κλαρί.

Τώρα – ὡς θ' ἀφήσουνε
παιδιὰ καὶ γέροι
μὲ ἀγγέλου σάλπιγγα
τόπους νεκροὺς -
κάμε τὸν Ὕμνο σου
γοργὰ νὰ φέρῃ
μίαν ἄλλη ἀνάσταση
στοὺς Θεσσαλούς.