Για τους τρελλούς
Συγγραφέας:
Αύγουστος 1882.


Στὴν Παναγιὰ τῆς Τήνου τὴ χρυσοστολισμένη
κανεὶς τρελλὸς μὴν πάῃ γιὰ νὰ ξετρελλαθῇ,
κανένας μὴ ζαλίσῃ τὴν κεχαριτωμένη,
καὶ δῶρα καὶ λαμπάδες μὴν τῆς ὑποσχεθῇ.
Ἀφήσετε λιγάκι κι' αὐτὴ νὰ χουζουρέψῃ,
χωρὶς τρελλὸ κανένα ἢ ἄλλον νὰ γιατρέψῃ.

Τὸ μέγα ἔλεός της κανένας μὴ ζητήσῃ
ὅσο καλὴ κι' ἂν εἶναι, μπορεῖ νὰ βαρεθῇ·
ἀφῆστέ την ἐφέτος νὰ γλυκοκοιμηθῇ.
Μὴν πᾶτε εἰς τῆς Τήνου τὸ νέο πανηγύρι,
καὶ κανενὸς ἐφέτος ἂς μὴ γενῇ χατῆρι.

Τώρα ποὺ στὴν Ἀθήνα θὰ ἔχωμε κι' ἐκεῖνο
τὸ μέγαρον τοῦ Χιώτη Ζωρζῆ Δρομοκαΐτη,
κανεὶς τρελλὸς δὲν πρέπει νὰ τρέχῃ γιὰ τὴν Τῆνο,
νὰ γίνεται κουνοῦπι στῆς Παναγιᾶς τῆ μύτη.
Κι' ὁ Κοσσονάκος πρέπει νὰ λάβῃ τὴν φροντίδα
κανένας μὲ στρημμένη νὰ μὴ μᾶς φύγῃ βίδα.

Ἂν οἱ τρελλοί μας ὅλοι στὴν Τῆνο τὰ πρυμνίσουν
καὶ ὅλοι μὲ κεφάλι ξανάλθουν δυνατό,
γιὰ ποιοὺς λοιπὸν τοῦ Χιώτη τὸ μέγαρον θὰ κτίσουν;
μονάχα γιὰ φιγοῦρα θὰ τὄχωμε κι' αὐτό;
Κι' ἐγὼ ἐφέτος ἤμουν νὰ πάγω γιὰ τὴν Τῆνο,
ἀλλὰ μ' αὐτὴ τὴ σκέψι προτίμησα νὰ μείνω.

Κι' οἱ γνωστικοὶ ἀκόμα καὶ στὸ κεφάλι πρῶτοι
πρέπει κι' αὐτοὶ νὰ κάνουν λιγάκι τὸν τρελλό,
νὰ μποῦν μὲς στὸ παλάτι τοῦ ἀειμνήστου Χιώτη,
νὰ βροῦν χουζοῦρι, ζεῦκι καὶ κάθε τι καλό.
Παράδεισος θὰ εἶναι αὐτὸ τὸ νέο σπίτι,
καὶ ὅλοι «Θειὸς σχωρέσοι, θὰ λὲν, τὸν μακαρίτη».

Κουφὴ σὲ παρακάλια, ὦ Παναγιά, νὰ στέκῃς,
κανένα νέο θαῦμα ἐφέτος νὰ μὴν κάνῃς,
κι' ἂν γνῶσι σοῦ ζητήσῃ κανεὶς Ρωμῃὸς ζευζέκης,
θὰ σὲ παρακαλέσω νὰ τὸν ἀποτρελλάνῃς.
Εἶναι μεγάλο κρῖμα, ὦ κεχαριτωμένη,
φρενοκομεῖο τέτοιο χωρὶς τρελλοὺς νὰ μένῃ.