Για τους γάμους Αγγέλου Γιαλλινά και Αγγελικής Τοπάλη

Γιὰ τοὺς γάμους Ἀγγέλου Γιαλλινᾶ καὶ Αγγελικῆς Τοπάλη
Συγγραφέας:


Εἶδες κἄπου, πρὶν ἡ μέρα
πρὶν τὸ βράδυ ἀρχίσῃ ἀκόμα,
ροδοφώτιστον αἰθέρα
νὰ παρώμοιασε ποτὲ
μὲ τῆς νύφης σου τὸ χρῶμα,
ὦ ζωγράφε ξακουστέ;

Σὰν τ' ἀστέρια εἶναι βγαλμένα,
σὰν οἱ ζέφυροι σιγᾶνε,
εἶδες πέλαγο κἀνενα
μὲ κατάστρωτα νερὰ
τ' οὐρανοῦ καθρέφτης νἆναι,
ὡς τ' ἀγγέλου σου ἡ θωριά;

Δὲν τὴ γνώριζες, καὶ λέω
ὁποῦ, θρέφοντας ἐλπίδα
ν' ἀγναντέψῃς ἕνα ὡραῖο
ποῦ στὸ νοῦ σου εἶχες βαθυά,
ἀπ' τὰ δάχτυλα ἡ γραφίδα
θὲ νὰ σὤπεσε συχνά.

Ναί· ποτέ της δὲν ἠμπόρει
κρύα, πιστὰ νὰ ζωγραφίζῃ
οὐρανούς, πεδιάδαις, ὄρη,
βράχους, πέλαγα, χωρὶς
λάμψη νέα νὰ τοὺς χαρίζῃ
κ' ἕνα φύσημα ζωῆς.

Νοῦς, καρδιὰ καὶ τέχνη ἀνταμα
πῶς σὲ λίγο ἤθελαν φτάσει
νὰ μᾶς δείξουν τέτοιο θᾶμα,
ἄν, στὴ μέση ἀπ' ἄλλο φῶς,
ὀνειρόπλαστο κοράσι
δὲ σοῦ πρόβαινεν ὀμπρός;

Ἀλλ' ἡ τέχνη μᾶς ἐφάνη
πλέον σ' ἐσέ δυναμωμένη
σὰν ἐβγῆκε ἀπὸ τὴν πλάνη,
καὶ μία κόρη ἀληθινή
θεῖο της πρότυπο ἔχει γένει
καὶ ὁδηγήτρα της πιστή.

Ἀπὸ ἔρωτα ὣς τὰ βάθη
λέω τὸ στῆθος σου νὰ ἐκάῃ,
μόλις γύρεψε νὰ μάθῃ
τέχνη τέτοια ἡ λυγερή,
καὶ σοῦ κάθισε στὸ πλάϊ
μὲ μίαν όψη ἀγγελική.

Μάτι ἀνθρώπινο, σὰ φτάσῃ
νὰ χαρῇ τὰ ἔργα ἐκεῖνα
ποῦ ἀπὸ τότες ἔχεις πλάσει,
θὰ ξανοίξῃ φανερὰ
τῆς ἀγάπης τὴν ἀχτῖνα
καὶ στοῦ βράχου τὴν ἐρμιά.

Στὴ χαρὰ ποῦ σὲ προσμένει
μὴ τὴν τέχνη ξαστοχήσῃς.
Πρώτη, ἁγνή σου ἐρωτεμένη
δὲν ἐστάθηκεν αὐτή.
Ὸποῦ στ' ἄψυχα τῆς φύσης
δίνει ἀντάμα σου πνοή:

Τώρα τρέχα θαρρεμένος
νέα στὴ γῆ ζητῶντας κάλλη,
τί, σὰν εἶσαι ἀποσταμένος,
θἄχῃς θεία παρηγοριὰ
ν' ἀναπαύῃς τὸ κεφάλι
σὲ γλυκύτατη ἀγκαλιά.