Αττικαί ημέραι
Συγγραφέας:
Να μην τρως καθόλου


ΣΚΗΝΗ ΤΟΥ ΚΑΘ' ΗΜΕΡΑΝ ΒΙΟΥ

(Η σκηνή εν τω εστιατορίω ο «Αποκλεισμός». Ο ξενοδόχος Κυρ-Μιχάλης καθήμενος παρά το τεζάκι γράφει εις το βιβλίον, ενίοτε δε αναδιφών τας προηγουμένας σελίδας του βιβλίου αθροίζει κινών την κεφαλήν θλιβερώς και φυσά απελπιστικώς. Η ώρα είναι ογδόη της εσπέρας περίπου· οι πλείστοι πελάται απήλθον ήδη. Εις το μαγειρείον οι υπηρέται καταγίνονται περί τον καθαρισμόν των χαλκίνων σκευών. Παρά τινα τράπεζαν κάθηνται οι κ. κ. Γιαννακός Μούργος, Λέανδρος Κοκκαλιάρης και Θεοφάνης Ασημένιος.

ΜΟΥΡΓΟΣ (υπομοίραρχος απόστρατος με φαιόν μύστακα τρώγων από εικοσαετίας μόνον την εσπέραν εις το ξενοδοχείον).

Λοιπόν πώς τον είπες αυτόν; … Σούτζον;

ΑΣΗΜΕΝΙΟΣ (τελειόφοιτος της νομικής ετοιμαζόμενος να δώση εξετάσεις από το 1876, έχων προ πολλού οικειοτάτας σχέσεις με το κυρ Μιχάλην και προ πάντων με το βιβλίον του) …

Όχι, δα! … Σούτσης ο νηστευτής λέγεται. (Προς τον υπηρέτην) Δημήτρη, μία κοττολέττες, σάλτσα μπόλικη.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ

Μία κοττολέεεττες! σάλτσα περιπλέεεον! …

(Ο κυρ Μιχάλης ρίπτει βλοσυρόν βλέμμα επί του Ασημένιου)

ΑΣΗΜΕΝΙΟΣ

Όχι, ας μένη …

ΥΠΗΡΕΤΗΣ

Ας μέεενη! …

ΜΟΥΡΓΟΣ

Νηστευτής! … χα, χα! … Εγώ ήξευρα ως τώρα πως τον Άι Γιάννη λέγουν μόνον νηστευτήν. Και τι κάμνει, είπες;

ΑΣΗΜΕΝΙΟΣ

Νά, μένει πέντε δέκα μέρες χωρίς να φάγη!

ΚΟΚΚΑΛΙΑΡΗΣ (πρωτοκολλητής εφορίας παυθείς προ ένδεκα μηνών).

Αυτό μόνον; … (μειδιά περιφρονητικώς).

ΑΣΗΜΕΝΙΟΣ

Ναι, μα ημπορεί να μείνη και τριάντα και σαράντα μέρες το ίδιο, και χωρίς ν' αδυνατίση (παρατηρών ασκαρδαμυκτεί το διαφανές πρόσωπον του Κοκκαλιάρη). Εκατάλαβες;

ΚΟΚΚΑΛΙΑΡΗΣ (δεικνύων περισσοτέραν προσοχήν).

Και με τι τρόπον; έχει καμμίαν μέθοδον;

ΑΣΗΜΕΝΙΟΣ

Έχει ένα ρευστόν. Το ευρήκεν εις την έρημον της Αφρικής οπού εταξίδευεν. Ολίγες στάλες απ' αυτό παίρνει και κάμνει σαράντα μέρες νηστεία. Τον επιβλέπουν άνθρωποι μέρα και νύκτα μη βάλη τίποτε στο στόμα του … (προς τον υπηρέτην). Σηκωτάκια ολίγα! …

(Ο κυρ Μιχάλης νεύει αυστηρώς προς τον υπηρέτην).

ΥΠΗΡΕΤΗΣ

Τα σηκωτάκια ετελείωσαν!

ΑΣΗΜΕΝΙΟΣ

Καλά … Τον επιβλέπουν μη τύχη και φάγη, αλλά τίποτε! … Έχει κερδίσει τόσα στοιχήματα ως τώρα και πρόκειται να περιέλθη τον κόσμον να τον βλέπουν οι άνθρωποι επί πληρωμή.

ΜΟΥΡΓΟΣ

Να τον βλέπουν; … Τι θα καταλάβουν να τον βλέπουν! πρέπει να καταστήση γνωστήν την μέθοδόν του εις τον κόσμον.

ΚΟΚΚΑΛΙΑΡΗΣ

Βέβαια! θα είνε ο μεγαλύτερος ευεργέτης του ανθρωπίνου γένους.

ΑΣΗΜΕΝΙΟΣ

Ακούς εκεί ευεργέτης! … Η ανθρωπότης ακόμη δεν παρήγαγε μεγαλύτερον. Να μην τρως καθόλου! … ξεύρεις τι θα πη; Να μην είσαι αναγκασμένος να τρώγης ένα πιάτο με κρέας τεσσάρων ημερών και σάλτσα δηλητηριασμένη και να το πληρώνης ακριβά! (Ο κυρ Μιχάλης μετά πικρού στεναγμού επαναλαμβάνει την αναδίφησιν και την άθροισιν). Να μην έχης ανάγκην ποτέ να πάθης από το στομάχι σου. Τίποτε καθάρσια πλέον! … Τίποτε ακαθαρσίες εις τους δρόμους! … Ο Σούτσης θα εξαγνίση τον δήμαρχον Σούτσον! … Δεν θα χάνη κανείς τας ώρας του μέσα εις … τ' ανώνυμα μέρη της οικίας. Τίποτε καφέ … Διαβάζεις μόνον την εφημερίδα σου …

ΚΟΚΚΑΛΙΑΡΗΣ

Μα θα υπάρχουν τότε εφημερίδες; … Ποιος θα τας γράφη, ποιος θα τας τυπώνη, ποιος θα τας πουλή, αφού δεν θα έχη κανείς ανάγκην;

ΑΣΗΜΕΝΙΟΣ

Βέβαια! ούτε εφημερίδες! περίπατο, λιακάδα, αμαξάδα.

ΜΟΥΡΓΟΣ

Μα τότε δεν θα υπάρχουν ούτε αμάξια!

ΑΣΗΜΕΝΙΟΣ

Σωστά! … Μένεις στο σπίτι σου, μελετάς … αγκαλά ούτε μελέτη ούτε βιβλία! … Τι τα θέλεις; προς τι να γίνης δικηγόρος ή υπάλληλος, αφού δεν θα έχης ανάγκη να φάγης;. Έξω, διασκέδασι! στες μπιραρίες, στο θέατρο! …

ΚΟΚΚΑΛΙΑΡΗΣ

Μα πού ζυθοπώλιδες τότε… . πού ηθοποιοί;

ΑΣΗΜΕΝΙΟΣ

Τόσον το καλύτερον! … Μένει κανείς στην επαρχία του, στο σπίτι του· καλλιεργεί τα κτήματά του … ψυχή μου, ζωή και κόττα!

ΜΟΥΡΓΟΣ

Αμ' θαρρώ πώς ούτε γεωργία ούτε κτηνοτροφία τότε δεν θα υπάρχη … Πού ναυρής την κόττα; …

ΑΣΗΜΕΝΙΟΣ

Ακόμη καλύτερα! Τότε επιδίδεται κανείς εις την πολιτικήν, εκλέγεται βουλευτής …

ΚΟΚΚΑΛΙΑΡΗΣ

Πού εκλογαί πλέον; … βουλευτής χωρίς να τρώγη, γίνεται;

ΑΣΗΜΕΝΙΟΣ

Τέλος πάντων δεν κάμνεις τίποτε, νά! … Dolce far niente. Και προ πάντων (εγειρόμενος μετά των άλλων και ρίπτων Πάρθιον βλέμμα κατά τον κυρ Μιχάλη, ενώ ο υπηρέτης σβύνει τα φώτα) δεν θα έχης ανάγκην να εξοδεύεσαι, και να δηλητηριάζεσαι εις τα ξενοδοχεία! …

ΚΥΡ ΜΙΧΑΛΗΣ (συλλογιζόμενος).

Ου να χαθής, λιμοκοντόρε! … Τι διάβολο καθόταν και έλεγε τόση ώρα; … Πώς θα καταργήση τα ξενοδοχεία ο δήμαρχος; Για να τρώγη ο κόσμος σκόνη φυσικά! … Μα αν είν' αληθινό αυτό πού έλεγε για το ρευστόν; … Αν εφευρεθή αυτό και ο κόσμος δεν έχη πλέον ανάγκην φαγητού; … Τι τέχνη τότε να κάμω διά να βγάλω το ψωμί των παιδιών μου;

(1886)