Ασμάτιον (Παπαρρηγόπουλος 3)

Ασμάτιον
Συγγραφέας:


Γαλήνιος εθαύμαζον ανά την παραλίαν
Την της θαλάσσης σιωπήν. Το γαλανόν της όμμα
Εικόνιζε τον ουρανόν επάνω με μαγείαν,
Όστις εταλαντεύετο εις το υγρόν του στρώμα.

Ήτο νεκρά η θάλασσα· και όμως χθες ακόμα
Έζη, η μάλλον έσπαιρεν υπό την τρικυμίαν,
Αλλ' ήδη είναι άφωνον το αχανές της στόμα
Και έχει την ανέκφραστον του τάφου ηρεμίαν.

Και ήμην ήρεμος, καθώς η θάλασσα εκείνη,
Μίαν στιγμήν, και έπειτα διηνεκώς οδύνη,

Ναυάγια και ωρυγή·


Αλλοίμονον! εν τη ζωή η μοίρα δεν αφίνει
Ή σάλον, ον εκτρέφουσι διηνεκώς οι θρήνοι,

Ή θάνατον εν τη σιγή.