Αποθήκη των Ωφελίμων Γνώσεων/Τεύχος 1/Περί εξαπλώσεως των φώτων εις την Ελλάδα

Αποθήκη των Ωφελίμων Γνώσεων, Τεύχος 1
ανώνυμος
Περί εξαπλώσεως των φώτων εις την Ελλάδα


ΠΕΡΙ ΕΞΑΠΛΩΣΕΩΣ ΤΩΝ ΦΩΤΩΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ.

‘Ἡ εξαπλωσις καὶ διάδοσις τῆς παιδείας εἰς τὸ γένος μας,’ ἔγραφε ποτὲ πρὸς τοὺς Χίους ὁ Κοραῆς, ‘δὲν ὁμοιάζει τὴν κατάστασιν τῆς δεκάτης πέμπτης ἑκατονταετηρίδος, ὁπόταν ἤρχισαν οἱ Εὐρωπαῖοι να φωτίζωνται. Αὐτοὶ ἐχρειάσθησαν 350 χρόνους, διὰ νὰ καταντήσωσιν ὅπου ἔφθασαν τὴν σήμερον. Διατί; διότι ἔλαβαν τὰς ἐπιστήμας ἀπὸ τὸ Ἑλληνικὸν γένος, ὅταν τὸ γένος ἦτον εἰς δυστυχίαν, κ’ ἀκολούθως τὰς ἔλαβαν ἀτελεῖς. Ἦτο χρεία λοιπὸν μακρῶν χρόνων καὶ πολλῶν κόπων νὰ τὰς τελειώσωσιν. Ἀλλὰ τὴν σήμερον τῶν τελειωμένων τούτων ἐπιστημῶν ἡ μετάδοσις ὁμοιάζει ἀληθινὸν μετακένωμα. Ἐπαρατηρήσετε καμμίαν φορὰν εἰς τὰ ὑποστατικά σας (νὰ μεταχειρισθῶ τὸ παχυλὸν τοῦτο παράδειγμα), πόσον κόπον δοκιμάζουν οἱ ἀναστάται νὰ συσσωρεύωσι πολλοὺς λίθους σκορπισμένους; Τοιαύτη ἦτον ἡ κατάστασις τῶν πρώτων σοφῶν τῆς Εὐρώπης εἰς τὴν δεκάτην πέμπτην ἑκατονταετηρίδα. Ἐπαρατηρήσετε ἀκόμη, πόσον εὔκολα, ἀφοῦ τοὺς συσσωρεύωσι, τοὺς μετακενόνουν ἀπὸ χαλικολόγον εἰς χαλικολόγον; Τοιαύτη εἶναι ἡ ἰδική μας σήμερον κατάστασις. Ἡ μετάδοσις τῶν ἐπιστημῶν εἰς τὴν Ἑλλάδα, φίλοι συμπατριῶται, ἂν ἀκολουθήσετε τὴν καλὴν μέθοδο, εἶναι ἀληθινὴ μετακένωσις ἀπὸ τὰ κοφίνια τῶν ἀλλογενῶν εἰς τὰ κοφίνια τῶν Ἑλλήνων, καὶ κατ’ ἄλλο δὲν διαφέρει, πλὴν ὅτι γεμίζομεν ταῦτα χωρὶς να εὐκαιρώσωμεν ἐκεῖνα.’

Μετακενωτοῦ ἔργον χρεωστεῖ νὰ ἐκτελῇ καὶ ὁ ἐφημεριδογράφος κατὰ τὸν αὐτὸν τοῦτον σοφὸν ἄνδρα·—‘Γείτονες,’ λέγει, ‘τῆς φωτισμένης Εὐρώπης, καὶ πολλοὶ ἀπὸ ἡμᾶς κατοικοῦντες εἰς αὐτὴν, ἔπρεπεν, ἂν δὲν λανθάνωμαι, ν’ ἀφήσωμεν τὰς ἰδέας τῆς κεφαλῆς ἡμῶν νὰ ὡριμάσωσι μὲ πλειοτέραν σκέψιν κ’ σπουδὴν, κ’ ἀντ’ αὐτῶν νὰ μετακενόνωμεν εἰς τοῦ ἔθνους τὰς κεφαλὰς τὰς ὡριμασμένας ἰδέας τῶν φωτισμένων ἐθνῶν. Δύο ἐνταυτῷ καλὰ ἤθελε προξενήσειν ἡ τοιαύτη μέθοδος· καὶ τοῦ ἔθνους τὴν παιδείαν ἤθελε ταχύνειν, καὶ τοὺς μετακενόνοντας τὴν σοφίαν εἰς αὐτὸ γρηγορώτερα φέρειν εἰς κατάστασιν νὰ μὴν ἔχωσι σχεδὸν πλέον χρείαν μετακενώσεως, ἀλλ’ αὐτοὶ αὐτόθεν νὰ διδάσκωσι τὸ ἔθνος. Εἰς ὀλίγα λόγια, ἡ ἐφημερὶς δι’ ἡμᾶς πρέπει νὰ ἦναι ἀληθὴς ἀνθολογία καὶ μετακένωσις τῶν ἀποκτηθέντων ἀπὸ τὰ φωτισμένα γένη καλῶν εἰς τὸ γένος ἡμῶν.

‘Ἐκ τούτου συμπεραίνεται,’ προσθέτει, ‘ὅτι τόπος πλέον εἰς αὐτὴν (τὴν ἐφημερίδα) δὲν μένει διὰ διατριβὰς ὁμογενῶν. Ἡ ζημία δὲν εἶναι μεγάλη· ὅσον καλὰς κ’ ἂν τὰς ὑποθέσῃς, εἰς τὴν παροῦσαν μας κατάστασιν, χρείαν ἔχουσαν σοφίας καὶ φωτισμοῦ, εἶναι ἀσυλλογισία νὰ μὴ προκρίνωμεν τῶν σοφωτέρων ἐθνῶν τὰς καλῃτέρας. Εἶναι ἀσυλλογισία, ὅταν αὐτοὶ ἡμεῖς οἱ νομιζόμενοι Λόγιοι τοῦ γένους ἔχομεν ἀκόμη χρείαν λογικῆς, νὰ δαπανῶμεν τὸν καιρὸν καὶ νὰ κοιλιοπονῶμεν βουνὰ, διὰ νὰ δείξωμεν εἰς τοὺς ὁμογενεῖς ποντικὸν τινὰ γελοῖον, δυνάμενοι νὰ μετακενόνωμεν εὐκόλως εἰς τὰς κεφαλὰς αὐτῶν ἰδέας φωτισμένων ἀνδρῶν ἀξιολόγους, ἀπὸ τὰς ὁποίας κρέμεται ἡ δόξα καὶ ἡ εὐδαιμονία των. Ἀς προσμείνωμεν ἀκόμη μικρὸν· θέλει ἐλθεῖν καὶ ὁ ἰδικός μας καιρὸς νὰ λαμβάνωσι καὶ παρ’ ἡμῶν ἰδέας τὰ ἄλλα ἔθνη· ἀλλὰ θέλει ἐλθεῖν, ἂν ἀκολουθήσωμεν τὴν ὁποίαν λέγω μέθοδον. Εἰ δὲ μὴ, θέλομεν γυρίζειν πάντοτε εἰς τὸν αὐτὸν κύκλον περικλεισμένοι, τυφλοὶ τυφλοὺς ὁδηγοῦντες, καὶ πλανώμενοι μ’ αὐτούς.

‘Ταῦτα λέγων, σκοπὸν δὲν ἔχω νὰ ἀποκλείσω παντάπασιν ἀπὸ τὴν ἐφημερίδα τὰς διατριβὰς τῶν ὁμογενῶν. Ἂν ἔχῃ τὶς τὶ ἀκριβῶς ἐξετασμένον καὶ ἀπὸ ὅλα του τὰ μέρη λογικῶς θεωρημένον, ἀς τὸ πέμπῃ εἰς τὴν ἐφημερίδα· καὶ ὁ ἐφημεριδογράφος ἀς τὸ κοινωνῇ εἰς τὸ γένος. Ἀλλὰ τὰ τοιαῦτα εἶναι σπάνια, ὡς τὸ ἔδειξεν ἡ πεῖρα, οὐδὲ συγχωρεῖ πλειότερα ἡ παροῦσα μας κατάστασις, τὴν ὁποίαν οὔτ’ ὁμογενὴς, οὔτε ξένος, δίκαιον ἔχει νὰ κατηγορήσῃ κἀνεῖς.’