Αισώπου Μύθοι/Ρόδον και αμάραντον
Αἰσώπου Μῦθοι Ῥόδον καὶ ἀμάραντον |
Ῥόδῳ παραφυὲν ἀμάραντον ἔφη· «Οἷον ἄνθος εὐπρεπὲς εἶ, καὶ ποθητὸν καὶ θεοῖς καὶ ἀνθρώποις· μακαρίζω σε τοῦ κάλλους καὶ τῆς εὐωδίας.» Τὸ δὲ εἶπεν· «Ἐγὼ μέν, ὦ ἀμάραντον, πρὸς ὀλίγον καιρὸν ζῶ, καί, κἂν μηδεὶς ἐκκόψῃ με, τήκομαι· σὺ δὲ ἀνθεῖς καὶ ζῇς ἀεὶ οὕτω νέον.»
Ὅτι κρεῖσσον ὀλιγαρκούμενόν τινα διαμένειν ἢ πρὸς ὀλίγον τρυφήσαντα μεταβολῆς δυστυχοῦς τυχεῖν ἢ καὶ ἀποθανεῖν.
Στα νέα Ελληνικά
ΕπεξεργασίαΈνα αμάραντο φύτρωσε δίπλα σε ένα τριαντάφυλλο, κ του έλεγε: "τί μεγαλοπρεπές κ ωραίο άνθος που είσαι! Σε ποθούν κ οι θεοί κ οι άνθρωποι. Σε μακαρίζω για την ομορφιάσου κ για την ευωδιά σου! Το τριαντάφυλλο απάντησε: εγώ είμαι ζωντανό για λίγο μόνο καιρό, ακόμη κι άν κανείς δέν με κόψει, μέσα σε μερικές μέρες μαραίνομαι. Ενώ εσύ είσαι παντοτινά νέο".