Αισώπου Μύθοι/Λύκος κεκορεσμένος και πρόβατον

Αἰσώπου Μῦθοι
Λύκος κεκορεσμένος καὶ πρόβατον


Λύκος τροφῆς κεκορεσμένος, ἐπειδὴ ἐθεάσατο πρόβατον ἐπὶ γῆς βεβλημένον, αἰσθόμενος ὅτι διὰ τὸν ἑαυτοῦ φόβον πέπτωκε, προσελθὼν παρεθάρσυνεν αὐτό, λέγων ὡς, ἐὰν αὐτῷ τρεῖς λόγους ἀληθεῖς εἴπῃ, ἀπολύσει αὐτό. ⟨Τὸ⟩ δὲ ἀρξάμενον ἔλεγε πρῶτον μὲν μὴ βεβουλῆσθαι αὐτῷ περιτυχεῖν, δεύτερον δέ, εἰ ἄρα τοῦτο ἥμαρτε, τυφλῷ, τρίτον δὲ ὅτι «κακοὶ κακῶς ἀπόλοισθε πάντες οἱ λύκοι, ὅτι μηδὲν παθόντες ὑφ’ ἡμῶν κακῶς πολεμεῖτε ἡμᾶς.» Καὶ ὁ λύκος ἀποδεξάμενος αὐτοῦ τὸ ἀψευδὲς ἀπέλυσεν αὐτό.

Ὁ λόγος δηλοῖ ὅτι πολλάκις ἀλήθεια καὶ παρὰ πολεμίοις ἰσχύει.

Στα νέα Ελληνικά Επεξεργασία

Ένας λύκος που έτυχε να είναι χορτάτος, είδε ένα πρόβατο πεσμένο ξαπλωμένο στη γη. Τότε σκέφθηκε: "Αυτό το πρόβατο δέν είναι νεκρό: λιποθύμησε απο το φόβοτου επειδή είδε εμένα, κ τώρα κάνει το ψόφιο για να μήν το προσέξω και να φύγω". Πλησίασε στο πρόβατο και του λέει: "Άν μου πείς τρία πράγματα που να είναι σίγουρα αληθινά, θα σε αφήσω, αν όμως αυτά που θα πείς είναι αμφισβητίσιμα, θα σε κατασπαράξω". Λέει τότε το πρόβατο: Το πρώτο, ήθελα να μή σε συναντήσω ποτέ. Το δεύτερο, αφού σε συνάντησα, ήθελα να είσαι τυφλός. Και το τρίτο, είστε κακοί κ πρέπει να χαθείτε όλοι οι λύκοι διότι χωρίς να σας έχουμε κάνει κανένα κακό ζητάτε το θάνατό μας". Ο λύκος παραδέχθηκε οτι και τα τρία αυτά είναι σίγουρα αληθινά, και άφησε ελεύθερο το πρόβατο.