Αισώπου Μύθοι/Λύκος και κύων

Αἰσώπου Μῦθοι
Λύκος καὶ κύων


Λύκος ἐν κλοιῷ δεδεμένον ὁρῶν μέγιστον κύνα ἤρετο· «Δήσας τίς σ’ ἐξέθρεψε τοῦτον;» Ὁ δὲ ἔφη· «Κυνηγός. – Ἀλλὰ τοῦτο μὴ πάθοι λύκος ἐμοὶ φίλος· λιμὸς γὰρ ἡ κλοιοῦ βαρύτης.»

Ὁ λόγος δηλοῖ τὸ ἐν ταῖς συμφοραῖς οὐδὲ γαστρίζεσθαι.

Στα νέα Ελληνικά Επεξεργασία

Ο λύκος, όπως πάντα πεινασμένος, έτυχε να περάσει απο μιά αγροικία όπου στην αυλόπορτα φυλούσε ένας μεγάλος καλοθρεμμένος σκύλος. Του λέει τότε: "φίλε, βλέπω οτι μου μοιάζεις, κ εσύ απο το δικόμου το σόι είσαι, αλλα πώς εσύ είσαι τόσο μεγάλος κ καλοθρεμμένος, ενώ εγώ είμαι όλο νηστικός κ κοκκαλιάρης;" - "έχω ένα αφεντικό που με καλοταΐζει", αποκρίθηκε ο σκύλος, "κ χωρίς να κάνω καμιά δύσκολη δουλειά, απλώς στέκομαι εδώ στην αυλόπορτα κ προσέχω μήν έρθει κανένας κλέφτης, κ άν δώ να πλησιάζει κανείς, γαβγίζω. Αλλα εύχομαι εσύ να μή βρεθείς σε τέτοια κατάσταση όπως εγώ!" - "Γιατί;" - "γιατί, βλέπεις αυτό το περιλαίμιο, το λουρί γύρω απο το λαιμόμου; Είναι πολύ καλύτερα, φίλεμου, να πεινάς, παρά να έχεις ένα τέτοιο πράγμα στο λαιμόσου!".