Αισώπου Μύθοι/Λύκος και αρήν

Αἰσώπου Μῦθοι
Λύκος καὶ ἀρήν


Λύκος θεασάμενος ἄρνα ἀπό τινος ποταμοῦ πίνοντα, τοῦτον ἐβουλήθη μετά τινος εὐλόγου αἰτίας καταθοινήσασθαι. Διόπερ στὰς ἀνωτέρω ᾐτιᾶτο αὐτὸν ὡς θολοῦντα τὸ ὕδωρ καὶ πιεῖν αὐτὸν μὴ ἐῶντα. Τοῦ δὲ λέγοντος ὡς ἄκροις τοῖς χείλεσι πίνει καὶ ἄλλως οὐ δυνατὸν κατωτέρω ἑστῶτα ἐπάνω ταράσσειν τὸ ὕδωρ, ὁ λύκος ἀποτυχὼν ταύτης τῆς αἰτίας ἔφη· «Ἀλλὰ πέρυσι τὸν πατέρα μου ἐλοιδόρησας.» Εἰπόντος δὲ ἐκείνου μηδὲ τότε γεγενῆσθαι, ὁ λύκος ἔφη πρὸς αὐτόν· «Ἐὰν σὺ ἀπολογιῶν εὐπορῇς, ἐγώ σε οὐχ ⟨ἧττον⟩ κατέδομαι.»

Ὁ λόγος δηλοῖ ὅτι οἷα ἡ πρόθεσίς ἐστιν ἀδικεῖν, παρ’ αὐτοῖς οὐδὲ δικαία ἀπολογία ἰσχύει.

Στα νέα Ελληνικά

Επεξεργασία

Λύκος είδε ένα αρνάκι που έπινε απο ένα ποτάμι, κ ήθελε να το σπαράξει κ να το φάει. Τότε είπε: "κατηγορείσαι οτι θολώνεις το νερό του ποταμού κ δέν αφήνεις εμένα να πιώ! Γι' αυτό η τιμωρίασου θα είναι να σε φάω!" - "μα πώς είναι δυνατόν, αγαπητέμου λύκε", απάντησε το αρνάκι, "να θολώνω ολόκληρο ποταμό μόνο που ακουμπάω τα χείλημου; Άλλωστε το ρεύμα του ποταμού έρχεται προς τη δικήμου μεριά, όχι προς τη δικήσου για να σου φέρει, άν υποθέσουμε, κάποια βρωμιά απο εμένα!". - "Ά, ναί; Ωστόσο κ πάλι σε καταδικάζω εις θάνατον για συκοφαντική δυσφήμιση, γιατί κορόϊδεψες τον πατέραμου!" - "Εγώ, να κοροϊδέψω τον πατέρασου, που ούτε κάν τον ξέρω; Πότε έγινε τέτοιο πράγμα;" - "Πέρσι τέτοια εποχή" - "Μα πέρσι εγώ ούτε είχα γεννηθεί! Φέτος γεννήθηκα!". Λέει τότε ο λύκος: "Βλέπω το έχεις εύκολο να βρίσκεις ωραίες δικαιολογίες· αλλα με τις δικαιολογίεςσου άν νόμισες οτι δέν θα σε φάω, είσαι πολύ γελασμένο!" - κ ορμά στο αρνάκι!

Όταν κάποιος θέλει να ασκήσει βία, ζητάει προφάσεις για να το κάνει. Αλλα ακόμη κ άν δέν βρεί την κατάλληλη πρόφαση, αφού θέλει να ασκήσει βία, θα την ασκήσει.