Αισώπου Μύθοι/Λύκος και ίππος

Αἰσώπου Μῦθοι
Λύκος καὶ ἵππος


Λύκος κατά τινα ἄρουραν ὁδεύων κριθὰς εὗρε· μὴ δυνάμενος δὲ αὐταῖς τροφῇ χρήσασθαι, καταλιπὼν ἀπῄει. Ἵππῳ δὲ συντυχών, τοῦτον ἐπὶ τὴν ἄρουραν ἐπήγαγε λέγων ὡς εὑρὼν κριθὰς αὐτὸς μὲν οὐκ ἔφαγεν, αὐτῷ δὲ ἐφύλαξεν, ἐπεὶ καὶ ἡδέως αὐτοῦ τὸν ψόφον τῶν ὀδόντων ἀκούει. Καὶ ὁ ἵππος ὑποτυχὼν εἶπεν· «Ἀλλ’, ὦ οὗτος, εἰ λύκοι κριθῶν τροφῇ χρῆσθαι ἠδύναντο, οὐκ ἄν ποτε τὰ ὦτα τῆς γαστρὸς προέκρινας.»

Ὁ λόγος δηλοῖ ὅτι οἱ φύσει πονηροί, κἂν χρηστότητα ἐπαγγέλλωνται, οὐ πιστεύονται.

Στα νέα Ελληνικά

Επεξεργασία

Ένας λύκος βαδίζοντας μέσα απο ένα χωράφι βρήκε κριθάρι. Ο ίδιος δεν μπορούσε να το φάει, το άφησε λοιπόν, ύστερα έτυχε να συναντήσει ένα άλογο, και του λέει: «Βρήκα σε ένα σημείο μπόλικο κριθάρι, θα σου δείξω πού είναι, εγώ δέν το έφαγα, το άφησα για σένα, γιατί τόσο πολύ σε αγαπώ που με ευφραίνει το να ακούω των ήχο των δοντιών σου καθώς μασάς το κριθάρι.» Του απαντά το άλογο: «Αν εσύ μπορούσες να το φάς το κριθάρι, θα προτιμούσες να ευχαριστήσεις την κοιλιά σου τρώγοντάς το παρά να ευχαριστήσεις τα αυτιά σου ακούγοντάς με να το μασάω.»

Πολλές φορές οι άνθρωποι χαρίζουν κάτι παρόλο που θα προτιμούσαν να το απολαύσουν οι ίδιοι, διότι για κάποιο λόγο δέν μπορούν οι ίδιοι να το απολαύσουν: τότε το χαρίζουν σε κάποιον που μπορεί να το αξιοποιήσει, γιατί έτσι ο άλλος θα χρωστά κάποια χάρη.