Αισώπου Μύθοι/Δημάδης ο ρήτωρ
Αἰσώπου Μῦθοι Δημάδης ὁ ῥήτωρ |
Δημάδης ὁ ῥήτωρ δημηγορῶν ποτε ἐν Ἀθήναις, ἐκείνων μὴ πάνυ τι αὐτῷ προσεχόντων, ἐδεήθη αὐτῶν ὅπως ἐπιτρέψωσιν αὐτῷ Αἰσώπειον μῦθον εἰπεῖν. Τῶν δὲ συγχωρησάντων αὐτῷ, ἀρξάμενος ἔλεγε· «Δήμητρα καὶ χελιδὼν καὶ ἔγχελυς τὴν αὐτὴν ὁδὸν ἐβάδιζον· γενομένων δὲ αὐτῶν κατά τινα ποταμόν, ἡ μὲν χελιδὼν ἔπτη, ἡ δὲ ἔγχελυς κατέδυ·» καὶ ταῦτα εἰπὼν ἐσιώπησεν. Ἐρομένων δὲ αὐτῶν· «Ἡ οὖν Δήμητρα τί ἔπαθεν;» ἔφη· «Κεχόλωται ὑμῖν, οἵτινες τὰ τῆς πόλεως πράγματα ἐάσαντες Αἰσωπείων μύθων ἀντέχεσθε.»
Οὕτω καὶ τῶν ἀνθρώπων ἀλόγιστοί εἰσιν ὅσοι τῶν μὲν ἀναγκαίων ὀλιγωροῦσι, τὰ δὲ πρὸς ἡδονὴν μᾶλλον αἱροῦνται.
Στα νέα Ελληνικά
ΕπεξεργασίαΚάποτε ο ρήτορας Δημάδης δημηγορούσε στην Αθήνα, όμως ο κόσμος δεν τον πρόσεχε. Τότε τους είπε: «Έχω να σας πώ έναν Αισώπειο μύθο, θέλετε να τον ακούσετε;» - «Ναί!» του απάντησε το πλήθος μεγαλόφωνα. Ο Δημάδης άρχισε να διηγείται τον μύθο, ενώ το πλήθος άκουγε με μεγάλη προσοχή: «Μιά φορά ήταν ένα χελιδόνι, ένα χέλι, και η θεά Δήμητρα και βάδιζαν μαζί. Σε κάποιο σημείο, έφτασαν σε έναν ποταμό κι έπρεπε να περάσουν. Τότε το χελιδόνι πετώντας πέρασε πάνω απο τον ποταμό, ενώ το χέλι κολύμπησε και βγήκε στην απέναντι όχθη.» Αυτό είπε ο Δημάδης και σιώπησε. Τότε το πλήθος, με μεγάλο ενδιαφέρον να ακούσει τη συνέχεια του μύθου, φώναξε: «Και η Δήμητρα τί έκανε;» - «Η θεά Δήμητρα οργίσθηκε πολύ, και είναι ακόμη θυμωμένη μαζί σας, διότι δεν προσέχετε όταν σας μιλώ για πράγματα απο τα οποία εξαρτάται η σωτηρία της πόλης (κράτους) μας, ενώ σε Αισώπειους μύθους δίνετε όλη σας την προσοχή.»