Αἰσώπου Μῦθοι
Ἀστρολόγος


Ἀστρολόγος ἐξιὼν ἑκάστοτε ἑσπέρας ἔθος εἶχε τοὺς ἀστέρας ἐπισκοπῆσαι. Καὶ δή ποτε περιιὼν εἰς τὸ προάστειον καὶ τὸν νοῦν ὅλον ἔχων πρὸς τὸν οὐρανὸν ἔλαθε καταπεσὼν εἰς φρέαρ. Ὀδυρομένου δὲ αὐτοῦ καὶ βοῶντος, παριών τις, ὡς ἤκουσε τῶν στενάγμων, προσελθὼν καὶ μαθὼν τὰ συμβεβηκότα, ἔφη πρὸς αὐτόν· «Ὦ οὗτος, σὺ τὰ ἐν οὐρανῷ βλέπειν πειρώμενος τὰ ἐπὶ τῆς γῆς οὐχ ὁρᾷς;»

Τούτῳ τῷ λόγῳ χρήσαιτο ἄν τις ἐπ’ ἐκείνων τῶν ἀνθρώπων οἳ παραδόξως ἀλαζονεύονται, μηδὲ τὰ κοινὰ τοῖς ἀνθρώποις ἐπιτελεῖν δυνάμενοι.

Στα νέα Ελληνικά

Επεξεργασία

Ένας αστρονόμος συνήθιζε κάθε βράδυ να βγαίνει από το σπίτι του για να παρατηρεί τα αστέρια. Μια φορά, καθώς τριγύριζε στη γειτονιά και είχε το νού του στα ουράνια σώματα, έπεσε κατα λάθος σε ένα πηγάδι. Εκει μέσα καθώς βογγούσε και φώναζε, τον βρήκε ένας περαστικός, τον βοήθησε να βγεί απο το πηγάδι, και του είπε: «Εσύ με το να κοιτάς τα ουράνια σώματα, δέν βλέπεις τα γήινα!»