Αισώπου Μύθοι/Αιπόλος και αίγες άγριαι

Αἰσώπου Μῦθοι
Αἰπόλος καὶ αἶγες ἄγριαι


Αἰπόλος τὰς αἶγας αὑτοῦ ἀπελάσας ἐπὶ νομήν, ὡς ἐθεάσατο ἀγρίαις αὐτὰς ἀναμιγείσας, ἑσπέρας ἐπιλαβούσης, πάσας εἰς τὸ ἑαυτοῦ σπήλαιον εἰσήλασε. Τῇ δὲ ὑστεραίᾳ χειμῶνος πολλοῦ γενομένου, μὴ δυνάμενος ἐπὶ τὴν συνήθη νομὴν αὐτὰς παραγαγεῖν, ἔνδον ἐτημέλει, ταῖς μὲν ἰδίαις μετρίαν τροφὴν παραβάλλων πρὸς μόνον τὸ μὴ λιμώττειν, ταῖς δὲ ὀθνείαις πλείονα παρασωρεύων πρὸς τὸ καὶ αὐτὰς ἰδιοποιήσασθαι. Παυσαμένου δὲ τοῦ χειμῶνος, ἐπειδὴ πάσας ἐπὶ νομὴν ἐξήγαγεν, αἱ ἄγριαι ἐπιλαβόμεναι τῶν ὀρῶν ἔφευγον. Τοῦ δὲ ποιμένος ἀχαριστίαν αὐτῶν κατηγοροῦντος, εἴγε περιττοτέρας αὐταὶ τημελείας ἐπιτυχοῦσαι καταλείπουσιν αὐτὸν, ἔφασαν ἐπιστραφεῖσαι· «Ἀλλὰ καὶ δι’ αὐτὸ τοῦτο μᾶλλον φυλαττόμεθα· εἰ γὰρ ἡμᾶς τὰς χθές σοι προσεληλυθυίας τῶν πάλαι σὺν σοὶ προετίμησας, δῆλον ὅτι, εἰ καὶ ἕτεραί σοι μετὰ ταῦτα προσπελάσουσιν, ἐκείνας ἡμῶν προκρινεῖς.»

Ὁ λόγος δηλοῖ μὴ δεῖν τούτων ἀσμενίζεσθαι τὰς φιλίας οἳ τῶν παλαιῶν φίλων ἡμᾶς τοὺς προσφάτους προτιμῶσι, λογιζομένους ὅτι, κἂν ἡμῶν ἐγχρονιζόντων ἑτέροις φιλιάσωσιν, ἐκείνους προκρινοῦσιν.

Στα νέα Ελληνικά

Επεξεργασία

Ένας γιδοβοσκός αμόλησε τα γίδια του για βοσκή και εκείνα ανακατεύτηκαν με ένα κοπάδι από άγρια γίδια, ο γιδοβοσκός ύστερα από τη βοσκή πήρε και τα άγρια μαζί με τα δικά του στη σπηλιά του. Ήθελε να κάνει και τα άγρια δικά του. Την άλλη μέρα άρχισε κακοκαιρία, οπότε ο γιδοβοσκός δεν έβγαζε τα γίδια για βοσκή, τα είχε μέσα στη σπηλιά, και στα δικά του γίδια έδινε τροφή ίσα ίσα να μην πεθάνουν, ενώ τα καινούργια, τα άγρια γίδια τα τάιζε καλά. Πέρασε η κακοκαιρία, τα έβγαλε όλα στη βοσκή, τα άγρια γίδια φύγανε στην εξοχή. Ο γιδοβοσκός τα κατηγορούσε: "αχάριστα ζώα! Σας προφύλαξα από την κακοκαιρία, σας τάιζα καλά και πιο καλά από τα δικά μου γίδια, και τώρα μου φεύγετε;". Του απάντησαν: "πολύ καλά κάνουμε! Αφού για τα καινούργια γίδια παραμέλησες τα δικά σου δίνοντας τους τροφή μόλις για να μην πεθάνουν, άρα, όταν βρεις ύστερα από εμάς άλλα γίδια, θα παραμελήσεις εμάς!"