Έρως και γλυκύσματα
Έρως και γλυκύσματα Συγγραφέας: |
Δὲν θέλω χρήματα,
δὲν θέλω πλοῦτο,
εἶναι μιὰ ψώρα
ἐλεεινή.
Ὅσῳ τὴν ξύνεις
τὴν ὀργισμένη,
τόσῳ σὲ τρώει,
τόσῳ πονεῖ.
Δὲν εἶν’ καλλίτερα
νὰ λείπ’ ἡ ψώρα,
καὶ ἡ φαγούρα
μ’ αὐτὴν μαζί;
Δὲν εἶν’ ὡραῖα
κἀνεὶς νὰ ἔχῃ,
ὅσα ἀρκοῦνε
διὰ νὰ ζῇ;
Δὲν ἔχω αδελφαὶς
γιὰ νὰ ‘πανδρέψω,
ἔχω δυὸ γάταις,
ἀλλὰ γι’ αὐταὶς
δὲν θὰ φροντίσω,
- ὥ! νὰ μοῦ ζήσουν -
εὑρίσκουν ἄνδρα
καὶ μοναχαίς.
Δὲν θέλω ἄλογα,
ἔχω ποδάργια,
αὐτὰ μ’ ἀρκοῦνε,
εἶναι γερά,
καὶ δὲν φοβοῦμαι,
νὰ μοῦ τσακίσουν
τὴν κεφαλή μου
κἀμμιὰ φορά.
Δυὸ μόνον ἀγαπῶ
σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο,
ἔρωτα, φίλοι
μου, καὶ γλυκά,
γι’ αὐτὰ θὰ ζήσω,
γι’ αὐτὰ πεθαίνω,
τἆλλα γιὰ ‘μένα
μηδενικά.
Τὸν ἔρωτ’ ἀγαπῶ,
ὄχι τὸν γάμο,
γλύκυσμα θέλω,
ὄχι κρασί,
‘π’ ἅμα τὸ πίνεις
φαίνετ’ ὡραῖο,
καὶ τὸ πιστεύεις
τότε καὶ σύ.
Μιὰ ὥρα ‘πέρασε,
- παναθεμάτο! -
σὲ κάνει, φίλε
μου, καὶ χτυπᾷς
τὴν κεφαλή σου
τοῖχο σὲ τοῖχο,
καὶ σὲ γελοῦνε
ὅπου κι’ ἅν πᾷς.
Ἀλλὰ τὸ γλύκυσμα
ἀλλὰ ὁ ἕρως,
πάντα ὡραῖα
πάντα γλυκά·
γι’ αὐτὰ θὰ ζήσω,
γι’ αὐτὰ ‘πεθαίνω,
τἆλλα γιὰ ‘μένα
μηδενικά.