Ένας ήλιος αόρατος
Συγγραφέας:
12.3.1940


Ένας ήλιος αόρατος κι αδιάκοπος με ξυπνά
Κάθε φορά που τον θάνατο πάω να ονειρευτώ
Μια φλόγα που δεν ανάβει με καίει μυστικά
Κι ακουμπώ στη συνείδησή μου για να πάρω φως
Όταν δεν μ’ αγαπάνε οι άνθρωποι κάποτε απελπίζομαι
Κάποτε τους αγαπώ εγώ κι ας μη με αγαπάνε
Έτσι δεν μου χρειάζονται δέντρα για να πλαγιάσω
Δεν μου χρειάζονται φύλλα χόρτα ή λουλούδια
Φτάνω να βλέπω στον άνθρωπο τον εαυτόν μου
Να νιώθω γαλάζιο τον εαυτό μου κι ας μη το βλέπω