Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1889 - 231.jpg

Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
231


Καὶ πάλιν ὁ Σεπτέμβριος, Μανιάτιδες, Μαλτέζοι,
μ’ ἕνα ποδάρι ἔμεινε τοῦ τάδε τὸ τραπέζι,
τῆς δεῖνα τὸ δυσώνυμον ἀγγεῖον διερράγη
κι’ ἀνακατώνεται μαζῆ ἡ σάλα κι’ ἡ κουζίνα,
ποῦ λὲς πῶς βλέπεις ἔξαφνα νὰ στέκουν πλάγι — πλάγι
τῶν Ἄγγλων ἡ Βικτώρια κ’ ἡ Τρελλεκατερίνα.

Καὶ πάλιν ὁ Σεπτέμβριος… τὰ ἴδια καὶ τὰ ἴδια…
Μαλτέζοι καὶ Μανιάτιδες, φωναῖς καὶ κουβαλίδια.
Αὐτὸς τὸ νέο σπῆτι του ἀκόμη δὲν εἰξεύρει
καὶ τρέχει ἀπ’ ἐδῶ κ’ ἐκεῖ ὁ δόλιος νὰ τὸ εὕρῃ.
Αὐτὸς δὲν θέλει καὶ καλὰ ἀπ’ τὸ παλῃὸ νὰ φύγῃ
καὶ μὲ τὸν νέον κάτοικον σκυλοκαυγᾶς ἀνοίγει.

Σπασίματα, γκρεμίσματα, φορτώματα, σχοινιά,
καὶ φέτος ὅλοι ’βάλθηκαν ν’ ἀλλάξουν γειτονιά.
Καὶ εἰς τὴν τόσην σύγχυσιν, τὴν χαύραν καὶ τὸν σάλον
ἡ κόρη χάνει τὴ μαμμᾶ κι’ ἐκείνη τὸν παπάκη,
καὶ μὲς ’στὸ ἀνακάτωμα σκευῶν κ’ ἐπίπλων ἄλλων
κατρακυλᾷ ὁ τέντζερες κ’ εὑρίσκει τὸ καπάκι.