Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1888 - 155.jpg

Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
155


Ἐλπίδ’, ἀγάπη, εὐτυχία,
Πουλιὰ γοργόφτερα μπροστά μου
Τὰ βλέπω ὅλα μ’ αἰωνία
Νὰ τρέχουν λάμψι ’ς τὴ ματιά μου·
Νὰ τραγουδοῦν ἀκούω θεῖα
Πουλιά, γοργόφτερα, μπροστά μου
Ἐλπίδ’, ἀγάπη, εὐτυχία!

Μὰ ξάφνου χάνουνται, πετοῦνε
Καὶ μένει ἔρμη ἡ ψυχή μου,
Ἄχ! ἄλλα λόγια ἀντηχοῦνε
Μυστηριώδη ’ς τὸ αὐτί μου!
Φαρμάκια, λύπαις μὲ κρατοῦνε
Καὶ μένει ἔρμη ἡ ψυχή μου,
Ἐκεῖνα χάνουνται, πετοῦνε.

Μὰ θ’ ἀποκάμῃ πιὰ ὁ νοῦς μου
Μιὰ ’μέρα ’ς ὄνειρα νὰ τρέχῃ,
Νὰ χάνεται ’ς τοὺς στοχασμούς μου·
Ὁ τάφος ὄνειρα δὲν ἔχει!
Καὶ μεσ’ τοὺς χρόνους τοὺς καλούς μου
Μιὰ ’μέρα ’ς ὄνειρα νὰ τρέχῃ,
Θὰ ἀποκάμῃ πιὰ ὁ νοῦς μου!

II

’Σ τὸ παραθύρι μου πετοῦσε
Ἐχθὲς μὲ πόνο ἡ ματιά μου,
Στ’ ἀγιόκλημα ποῦ ἐσκορποῦσε
Τὸ μύρο του ’ς τὴν κάμαρά μου,
Κ’ ἐκεῖ, ’σὰν κἄτι νὰ ζητοῦσε,
Ἐχθὲς μὲ πόνο ἡ ματιά μου
’Σ τὸ παραθύρι μου πετοῦσε.

Μέσα ’ς τὰ φύλλα του κτισμένη
Φωλῃὰ μικρὴ χελιδονίσσα,
Ποῦ εἶχε μέσα της κρυμμένη
Ἀγάπη ἄλλοτε περίσσα,
Ἔμεν’ ἐκεῖ ἐρημωμένη
Φωλῃὰ μικρὴ χελιδονίσσα,
Μέσα ’ς τὰ φύλλα του κτισμένη.