Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1888 - 078.jpg

Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
78

ούμενοι τὸν ἠλίθιον καὶ ἀνεχόμενοι τὰ πάντα καὶ οὕτω γινόμενοι ἡ χλεύη τῶν ἀνθρώπων ἢ ἐνίοτε διὰ τῆς φυσικῆς των εὐφυΐας καὶ τῆς ἐξασκήσεως πρὸς τοῦτο ἐμπαίζοντες καταλλήλως τοὺς συνδαιτυμόνας, μάλιστα δὲ τὸν οἰκοδεσπότην.

Ὁ Ξενοφῶν ἐν τῷ συμποσίῳ ποιεῖται λόγον περὶ τοῦ παρασίτου Φιλίππου ἐλθόντος εἰς τὴν οἰκίαν τοῦ Καλλίου ὡς ἑξῆς. Ὡς οἱ προσκεκλημένοι ἐκάθισαν εἰς τὴν τράπεζαν τοῦ πλουσίου Καλλίου, ἀκούουν εὐθὺς νὰ κτυπᾷ τις δυνατὰ τὴν θύραν, καὶ ὁ θυρωρὸς εὐθὺς ἀγγέλλει ὅτι ὁ γελωτοποιὸς Φίλιππος εἶναι ἔξω καὶ λέγει ὅτι ἔρχεται ὡπλισμένος μὲ πάντα ὅσα πρέπει νὰ ἔχῃ τις προσερχόμενος ἀπρόσκλητος εἰς ξένον τραπέζι, ὅτι ὁ ὑπηρέτης του εἶναι πολὺ κουρασμένος, ἐπειδὴ δὲν ἔχει νὰ βαστάξῃ τίποτε καὶ μάλιστα ἐπειδὴ δὲν ἔχει σήμερον τίποτε προγευθῇ. Ὁ οἰκοδεσπότης ἔδωκε τὴν ἄδειαν νὰ εἰσέλθῃ καὶ εὐθύς ἐμφανίζεται ὁ Φίλιππος λέγων. «Εἶμαι, ὡς γνωρίζετε, ὁ Φίλιππος ὁ γελωτοποιὸς καὶ ἔρχομαι μὲ εὐχαρίστησιν, ἐπειδὴ πιστεύω ὅτι χαριέστερον εἶναι νὰ ἔλθῃ τις ἀπρόσκλητος ἢ προσκεκλημένος.» Μετὰ τοὺς λόγους τούτους ἐκάθισεν εἰς τὴν τελευταίαν θέσιν καὶ προσεπάθησε νὰ κάμῃ τοὺς ἀνθρώπους νὰ γελάσουν ἀλλὰ μάτην. Τότε ἔπαυσε νὰ τρώγῃ καὶ καλυφθεὶς τὴν κεφαλὴν ἐστέναξε καὶ ἐθρήνει. Ἐρωτηθεὶς δὲ διατὶ εἶναι τόσον ἀπηλπισμένος εἶπε μὲ φωνὴν κλαίοντος ὅτι ἂν θὰ λείψῃ ὁ γέλως ἀπὸ τὸν κόσμον καὶ αὐτὸς εἶναι κατεστραμμένος, διότι κανεὶς πλέον δέν θὰ τὸν καλῇ νὰ τρώγῃ. Γελῶντες παρηγόρησαν αὐτὸν οἱ δαιτυμόνες καὶ ἐπὶ τέλους ἐπείσθη καὶ ἐνέδωκεν εἰς τὴν ἀπαίτησιν τῆς γαστρός του νὰ κορέσῃ τὴν μεγάλην του ὄρεξιν. Ἐκ τοῦ χωρίου τούτου φαίνεται ὅτι οἱ παράσιτοι καὶ οἱ γελωτοποιοὶ ἐν τῇ συναναστροφῇ τοῦ Σωκράτους δὲν εἶχον καμμίαν πέρασιν καὶ μόλις τοὺς ἠνείχοντο. Ἐννοεῖται δὲ ὅτι εἰς ἄλλους κύκλους θὰ ἦσαν